Mar 072013

Σε πρόσφατη ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ τάσσεται υπέρ της κατασκευής της νέας μονάδας «Πτολεμαίδα 5» της ΔΕΗ. Βάζει έτσι οριστικό τέλος στις αυταπάτες όσων είχαν πιστέψει ότι η αξιωματική αντιπολίτευση θα εναντιώνονταν στο λιγνιτικό λόμπυ της ΔΕΗ και στο πολιτικο-συνδικαλιστικό καταστημένο της Δυτικής Μακεδονίας, το οποίο στήριξε επί δεκαετίες τη μονοκαλλιέργεια του λιγνίτη.

Μια δεύτερη ανάγνωση της ανακοίνωσης δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ δεν κράτησε ούτε τα προσχήματα. Δεν έκρινε σκόπιμο να αναφέρει – έστω – μερικές ενστάσεις και εναλλακτικές, όπως :
1. την ανάγκη σημαντικής μείωσης του λιγνίτη στο ενεργειακό μίγμα καυσίμου. (Αν και ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ βρίσκεται στο κατώφλι της εξουσίας δεν έχει ακόμη ανακοινώσει ποια θα είναι τα ποσοστά λιγνίτη / φυσικού αερίου / ΑΠΕ κλπ με βάση το ενεργειακό του πρόγραμμα)
2. τα μεταλλευτικά δικαιώματα που θα έπρεπε να πληρώνει η ΔΕΗ. Σε ποιον θα αποδίδονται, εφόσον θεσμοθετηθούν ; Στα ασφαλιστικά ταμεία, όπως μας είπε προεκλογικά ο κ. Τσίπρας, ή στις τοπικές κοινωνίες για τη μεταλιγνιτική περίοδο και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας ; (Η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ και σε αυτή την ερώτηση μας εκκρεμεί από τον Ιούνιο του 2012 !).
3. το περιβαλλοντικό (εξωτερικό) κόστος του λιγνίτη που διπλασιάζει το συμβατικό του κόστος και καταρρίπτει το μύθο του «φτηνού λιγνίτη». Είναι υπέρ της ισχύουσας πολιτικής της φτηνής κιλοβατώρας, η οποία πριμοδοτεί κρυφά την ημι-ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΔΕΗ και φορτώνει το κόστος καταστροφής των νερών, των εδαφών και της υγείας στις τοπικές κοινωνίες ? Θα καθιερώσει το περιβαλλοντικό κόστος ο ΣΥΡΙΖΑ αν έλθει στα πράγματα, ώστε να γίνεται δίκαια η κοστολογική σύγκριση του λιγνίτη με τις ΑΠΕ και να βρεθούν πρόσθετοι πόροι για την έξοδο της περιοχής μας από το τούνελ ;

Ανεξάρτητα πάντως με το αν είναι κανείς υπέρ ή κατά των νέων λιγνιτικών μονάδων θα πρέπει ΟΛΟΙ μας να συμφωνήσουμε στο εξής: Τα Λιγνιτικά Κέντρα της χώρας στη Δυτική Μακεδονία και στη Μεγαλόπολη χρειάζονται ένα 20ετές πράσινο σχέδιο μετάβασης στη μεταλιγνιτική εποχή, με καθορισμό του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των εξαντλημένων ορυχείων (επαναπόδοση σε Πολιτεία – ΟΤΑ), με έργα ανάταξης των διαβρωμένων εδαφών, χωροθέτησης νέων παραγωγικών δραστηριοτήτων, καθώς και ειδικών τουριστικών προορισμών (βιομηχανικός τουρισμός, «εργοστάσια» νέων τοπίων κλπ). Για το σκοπό αυτό θα χρειαστεί διεθνής διαγωνισμός που θα αξιοποιεί την παγκόσμια εμπειρία (βλ. τα «θαύματα» στα παλιά ανθρακωρυχεία της Λουσατίας, Φλάνδρας, κλπ), καθώς και ανάλογη χρηματοδότηση.
Υπενθυμίζουμε εδώ τη γνωστή πρόταση μας για τη δημιουργία 3000 πράσινων θέσεων εργασίας (όσων δηλ. δίνουν 6 μονάδες της ΔΕΗ με τα ορυχεία τους).

Η χρηματοδότηση μπορεί να προέλθει: 1) από τον τριπλασιασμό του Τοπικού Πόρου Ανάπτυξης (3Χ20=60 εκ. περίπου), που είναι καθηλωμένος στο 0,4%, όταν το αντίστοιχο τέλος ΑΠΕ είναι 2,7% !. 2) Από τη θεσμοθέτηση του τέλους στερεών καυσίμων ύψους περίπου 110 εκ. 3) Από το περιβαλλοντικό κόστος του λιγνίτη, που μπορεί μερικώς να διεκδικηθεί 4) Από προγράμματα ανάπλασης περιοχών με παλιά ορυχεία, όπως παλιότερα το Rechar κ.α.
Αυτά πρεσβεύουμε ως Οικολόγοι Πράσινοι, χωρίς να υποστηρίζουμε – όπως μας συκοφαντούν – ότι πρέπει να κλείσουν οι μονάδες και τα ορυχεία της ΔΕΗ αύριο. Ο λιγνίτης θα παραμείνει στο ενεργειακό μίγμα της χώρας μέχρι το 2040, αλλά με δραστική μείωση που θα τον κατεβάσει από το 50 % στο 10%, με αντίστοιχη αύξηση των ΑΠΕ. Πιθανόν στο διάστημα αυτό να χρειαστεί η αντικατάσταση μερικών μονάδων που «δεν πάνε άλλο». Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει δεκτό, αν δεν συνδεθεί ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΑ με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, δηλ. με μια βιώσιμη μακρόπνοη διέξοδο της περιοχής, με αντισταθμιστικά οφέλη και χρηματοδοτικά εργαλεία, με σφικτές διαδικασίες και καθορισμένους ρόλους της Πολιτείας, της Αυτοδιοίκησης, της ΔΕΗ και των ιδιωτών.
Εκείνο που συνήθως συμβαίνει είναι ότι οι λάτρεις του λιγνίτη (τοπικοί άρχοντες, συνδικαλιστές και κόμματα παλιάς κοπής) προτάσσουν κάθε φορά ως αίτημα αιχμής το «επείγον», δηλαδή τις νέες μονάδες, και «ξεχνούν» ή παραπέμπουν στις καλένδες όλο το υπόλοιπο πακέτο μέτρων για το άλμα της περιοχής στο μέλλον.
Υπό αυτές τις συνθήκες συνεχίζουμε να λέμε ΟΧΙ σε μια πολιτική που σπέρνει κάθε τόσο νέες καμινάδες και ορυχεία στη Δυτική Μακεδονία, αντιμετωπίζοντάς την σαν την «πρίζα» της χώρας.

Είναι σαφές ότι οι εξελίξεις αυτές, εκτός των άλλων, φέρνουν σε δυσχερή θέση την Οικολογική Συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ και μειώνουν την εμβέλεια της, γεγονός καθόλου ευχάριστο για όλους μας.
Έχουμε τονίσει πολλές φορές ότι η οικολογία δεν είναι αποκλειστικότητα και ιδιοκτησία κανενός, ούτε των Οικολόγων Πράσινων. Μας ενδιαφέρει συνεπώς η συστράτευση όλων των δυνάμεων που εναντιώνονται στο βρώμικο ενεργειακό μοντέλο της χώρας και στην καταστροφή του κλίματος. Σε αυτό τον αγώνα κανείς δεν περισσεύει. Απλώνουμε χέρι συνεργασίας (κεντρικά και τοπικά) σε αυτές τις δυνάμεις της οικολογίας που συγκλίνουν στην ΠΡΑΞΗ, πέρα από κομματικές περιχαρακώσεις και αποφάσεις των κομματικών επιτελείων.

ΥΓ. Είμαστε ανοιχτοί στο διάλογο με το ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, αν και τον υπονομεύουν οι αλαζονικές εξάρσεις του βουλευτή κ. Αθ. Πετράκου, ο οποίος «μας καλεί να μάθουμε Φυσική Γυμνασίου», ενώ ο ίδιος θα έπρεπε να παρακολουθήσει μαθήματα πολιτικού πολιτισμού.

ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΔΥΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ