της Ελένης Καπετανάκη-Μπριασούλη, Καθηγήτριας Πανεπιστημίου Αιγαίου – e.briassouli [at] aegean.gr
(Δημοσιεύτηκε στον «Δαίμονα της Οικολογίας» 22/5/2011)
Το πολυσυζητημένο ‘Ισπανικό μοντέλο’ προωθείται ξανά πιεστικά με την επιχειρούμενη αναθεώρηση του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τον Τουρισμό. Οι διαδικασίες εφαρμογής του υπερ-επιταχύνονται (fast ‘fast track’) με την υπόθεση/υπόσχεση ότι θα συμβάλλει στην έξοδο της χώρας από την κρίση γεννώντας έσοδα από επενδύσεις σε τουριστική κατοικία. Σημαντικοί παράγοντες της ατμομηχανής (ή της βαριάς βιομηχανίας;) του τουρισμού δηλώνουν την ένθερμη υποστήριξη τους. Το παράδοξο είναι ότι η ενθουσιώδης προώθηση του μοντέλου επιχειρείται σε μια περίοδο που τα τρία από τα τέσσερα ‘γουρουνάκια’ (PIGS), Ισπανία και Πορτογαλία στον Ευρωπαϊκό Νότο και Ιρλανδία στο Βορρά, που το ακολούθησαν αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο ή την ίδια τη χρεωκοπία. Αφού, λοιπόν, οι εκτενείς και εμπεριστατωμένες αναλύσεις του Ισπανικού μοντέλου που έγιναν για το Χωροταξικό του Τουρισμού του κ. Σουφλιά μετά τον Μάη 2007 δεν βρήκαν ευήκοα ώτα, ερωτούνται τώρα τα τρία ‘γουρουνάκια’: γιατί, παρόλη τη στήριξη που έλαβαν, δεν τα βοήθησε αυτό το μοντέλο να θεμελιώσουν διαρκή και βιώσιμη ανάπτυξη και ποιες είναι οι προοπτικές του για το μέλλον;
Παρόλο που βαφτίστηκε ‘Ισπανικό’, το μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης με κύριο χαρακτηριστικό τα ‘σύνθετα’ τουριστικά καταλύματα (‘σύνθετα’ για συντομία) και τα γήπεδα γκολφ έχει προωθηθεί παγκόσμια ως τυποποιημένη συνταγή για τα αναπτυξιακά και δημοσιονομικά προβλήματα πολλών περιοχών. Τέτοιες ήταν οι περιπτώσεις της Ισπανίας, Πορτογαλίας και Ιρλανδίας στις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Ιδιαίτερα στις πολύ φτωχές περιοχές της νότιας Ισπανίας και της Πορτογαλίας, η άφθονη φθηνή γη σε συνδυασμό με το ευνοϊκό κλίμα παρείχαν ιδανικές συνθήκες για την ανάπτυξη των ‘σύνθετων’. Τα γενναιόδωρα χαμηλότοκα τραπεζικά δάνεια τροφοδότησαν ένα οικοδομικό οργασμό που ανταποκρίθηκε στην αύξηση της ζήτησης από τις βόρειες χώρες και την ανάπτυξη του τουρισμού συνταξιοδότησης (retirement tourism) μετά το 1980.
Παράλληλα, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) στήριξε με γενναίες χρηματοδοτήσεις μεγάλα έργα υποδομών και την κατασκευή γηπέδων γκολφ και στις τρεις χώρες στις δεκαετίες 1980 και 1990. Πενήντα γήπεδα στην Ιρλανδία έλαβαν συνολικά 20 εκατομμύρια Ευρώ από το ΕΤΠΑ τη δεκαετία 1989-99. Η Πορτογαλία χρησιμοποίησε πόρους του ΕΤΠΑ για κατασκευή γηπέδων την περίοδο 2000-2006 με κόστος 3.7 εκατομμύρια Ευρώ ανά έργο. Οι σύμβουλοι γηπέδων γκολφ προτείνουν τους Κοινοτικούς πόρους μεταξύ των κύριων τρόπων χρηματοδότησης τους. Σε μια συμβολική κίνηση, ο επίτροπος κ. J. Santer επιβεβαίωσε την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στα εγκαίνια της πρωτοβουλίας ‘Committed to Green’ της European Golf Association που έγινε στα πλαίσια του κορυφαίου τουρνουά γκολφ Ryder Cup στη Valderamma της Ισπανίας το 1997.
Στις ‘χρυσές’ δεκαετίες των 1980 και 1990, τα τρία ‘γουρουνάκια’ απέκτησαν εκατοντάδες ‘σύνθετα’ και γήπεδα γκολφ που ευνόησαν την ανάπτυξη και του κλάδου των υπηρεσιών. Μεταξύ 1995 και 2010 κατασκευάστηκαν περί τα 100 γήπεδα στην Ιρλανδία, στην πλειοψηφία τους ως εξαρτήματα ‘σύνθετων’, και πολύ περισσότερα σε Ισπανία και Πορτογαλία. Έτσι, μαζί με την μεγάλη ανάπτυξη της γεωργίας, της μεταποίησης και του κατασκευαστικού τομέα, το εισόδημα, η απασχόληση και το ΑΕΠ των τριών χωρών κατέγραψαν θεαματικούς αυξητικούς ρυθμούς.
Αυτά τα οφέλη συνοδεύτηκαν, ως γνωστό, από σοβαρά περιβαλλοντικά, κοινωνικο-οικονομικά και πολιτιστικά προβλήματα. Κυρίαρχο πρόβλημα παραμένει η εξάντληση των υδατικών πόρων που επιδεινώνεται στις επαναλαμβανόμενες περιόδους ξηρασίας, όπως αυτήν του 2005-2008 σε Ισπανία και Πορτογαλία, όπως και της υποβάθμισης των εδαφικών πόρων και της υπερβολικής ζήτησης ενέργειας. Η υπερδόμηση κατέστρεψε περαιτέρω δάση, ειδυλλιακές ακτές, προστατευόμενες περιοχές και ευαίσθητα οικοσυστήματα και αλλοίωσε σοβαρά το τοπίο. Σοβαρότερη ίσως είναι η αλλοίωση της πολιτιστικής ταυτότητας τους. Η Πορτογαλία διαφημίζεται περισσότερο σαν προορισμός γκολφ παρά σα μια χώρα με πλούσια ιστορία και πολιτισμό. Η πρώην ειδυλλιακή Κόστα ντελ Σολ στην Ισπανία έχει πλέον το χαϊδευτικό Κόστα ντελ Γκολφ …
Οι οικονομικές επιπτώσεις, αν και δύσκολο να τεκμηριωθούν πάντα, δεν είναι λιγότερο σοβαρές. Φορολογικές ελαφρύνσεις και άλλες διευκολύνσεις, αδήλωτες υπενοικιάσεις ακινήτων, άμεσες και έμμεσες διαρροές εσόδων (λόγω ξένων ιδιοκτητών) και ο all inclusive χαρακτήρας των ‘σύνθετων’ μειώνουν τα οικονομικά οφέλη. Η Μαγιόρκα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές τροφίμων, νερού, εργατών και κεφαλαίου. Οικονομικά σκάνδαλα ολκής εκδικάζονται ακόμα και η κερδοσκοπία ανθεί στα τρία ‘γουρουνάκια’. Πολλές επιδοτήσεις της ΚΑΠ χρησιμοποιήθηκαν επιδέξια για κατασκευή γηπέδων γκολφ. Μετά από μακρόχρονες προσπάθειες αποφεύχθηκε η σκανδαλώδης εκτροπή του ποταμού Έμπρο που, όπως κατήγγειλε η Greenpeace στην Κοινότητα, αποσκοπούσε στην υδροδότηση των γηπέδων γκολφ στη νότια Ισπανία.
Ενδιαφέρουσα στην παρούσα συγκυρία είναι η πανηγυρική θεσμοθέτηση του χωροταξικού σχεδίου της Μαγιόρκα με κυρίαρχο στοιχείο τη χωροθέτηση τουριστικών ‘σύνθετων’ με πρόσχημα τη ρύθμιση της άναρχης τουριστικής ανάπτυξης στο νησί. Πολλά χωροταξικά σχέδια στον Ισπανικό νότο προωθήθηκαν παρόμοια συνοδευόμενα και από σκανδαλώδεις αποχαρακτηρισμούς αγροτικής γης.
Όμως, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 οι χρυσές εποχές τελείωσαν. Τα οικονομικά ‘θαύματα’ από επενδύσεις υψηλού κινδύνου αποδείχθηκαν ανάπτυξη σε δεκανίκια. Η παγκόσμια στεγαστική κρίση (η φούσκα των ακινήτων) που προκλήθηκε απ’ αυτό το πρότυπο ανάπτυξης και η κρίση της αγοράς του γκολφ που είχε ήδη αρχίσει έφερε και τις τρεις χώρες (και όχι μόνο) προ ανεπιθύμητων εξελίξεων. Όταν η οικονομία τους βυθίστηκε, τα ‘σύνθετα’ και τα γήπεδα γκολφ ήταν από τα πρώτα θύματα, ιδιαίτερα όσα είχαν ακατάλληλο σχεδιασμό, χωροθέτηση (π.χ. αυτά που είναι σε θέρετρα) ή υπερ-δανεισμό. Όπως έγραψε η Irish Times (16/4/2011) «κάναμε πολλά γήπεδα για λίγους γκόλφερ και τώρα αντιμετωπίζουμε το ενδεχόμενο γηπέδων-φαντασμάτων που θα πηγαίνουν μαζί με τα ξενοδοχεία ζόμπι …» … Εκατοντάδες χιλιάδες είναι οι απούλητες κατοικίες, ή πωλούνται σε τιμές εξευτελιστικές, όπως και τα μη κερδοφόρα ή χρεωκοπημένα γήπεδα γκολφ. Όσα μένουν ανοικτά έχουν κυριολεκτικά ‘τσακίσει’ τις τιμές εγγραφής, ετήσιας συνδρομής και εισόδου. Τα προβλήματα επιδεινώνονται από συναλλαγματικές ισοτιμίες, ιδιαίτερα δολαρίου και Ευρώ μια που ο Αμερικανός γκόλφερ παραμένει σημαντικός πελάτης.
Ανεργία, που κυμαίνεται μεταξύ 14 και 24% μετά το 2008, μαστίζει και τα τρία ‘γουρουνάκια’ ακόμα και στις περιοχές των μεγάλων συγκεντρώσεων ‘σύνθετων’ και γηπέδων γκολφ (Αλγκάρβ στη Πορτογαλία, Μούρθια και Ανδαλουσία στην Ισπανία, Βόρεια Ιρλανδία). Η Ιρλανδία είναι σε καθεστώς μνημονίου, η Πορτογαλία οριστικοποιεί το δικό της ενώ η Ισπανία πασχίζει να το αποφύγει. Το ενδιαφέρον είναι ότι ακόμα και σ’ αυτή την τραγική κατάσταση τα τρία γουρουνάκια ακούνε την ίδια συμβουλή: να επαναλάβουν τη συνταγή … Ό,τι ακούει και η Ελλάδα και προσπαθεί να συμμορφωθεί. Πόσο βιώσιμο και προσοδοφόρο, όμως, είναι το Ισπανικό μοντέλο στις τωρινές εγχώριες και παγκόσμιες συγκυρίες;
Οι προβλέψεις της μελλοντικής ζήτησης και των εσόδων από τουριστικό προϊόν ‘Ισπανικού’ τύπου είναι στην καλύτερη περίπτωση αβέβαιες. Ο αριθμός των πελατών γενικά και των γκόλφερ ειδικά εξαρτάται από τις αναμενόμενες μεταβολές πληθυσμού και εισοδήματος. Ο πληθυσμός των αναπτυγμένων χωρών προέλευσης πελατών μειώνεται, γηράσκει και φτωχαίνει … Στους αβέβαιους καιρούς μας η οικονομική ελίτ συρρικνώνεται. Εδώ και χρόνια, σημαίνοντες παράγοντες εκτιμούν ότι η αγορά του γκολφ έχει κορεσθεί, ενώ παράλληλα, ο συρμός του γκολφ φθίνει γιατί μεταβάλλονται τα πρότυπα ζωής (λιγότερος διαθέσιμος χρόνος, χρήση υπολογιστή, εναλλακτικές ασχολίες ελεύθερου χρόνου). Πολλά γήπεδα γκολφ παραμένουν άδεια επί μακρόν … Η αβεβαιότητα της ζήτησης και των εσόδων εντείνεται από τον ισχυρό ανταγωνισμό από καθιερωμένους και αναδυόμενους προορισμούς γκολφ που διαθέτουν φτηνή γη και φτηνό εργατικό δυναμικό και ελέγχονται από το ίδιο σχήμα τουριστικών πρακτόρων και επενδυτών.
Δύο άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τόσο τη ζήτηση όσο και την ανταγωνιστικότητα των ‘σύνθετων’ και των γηπέδων γκολφ είναι η ενεργειακή κρίση και η κλιματική μεταβολή. Η διαφαινόμενη εξάντληση (peak oil) και η αύξηση της τιμής του πετρελαίου καθώς και η υστέρηση της κάλυψης της ζήτησης ενέργειας από εναλλακτικές πηγές κάνουν λιγότερο ελκυστικούς τους μακρινούς προορισμούς και έχουν συμβάλλει στην ανάπτυξη ‘σύνθετων’ στις χώρες προέλευσης των πελατών (π.χ. Αγγλία, Γερμανία, κ.λπ.). Η κλιματική μεταβολή, σύμφωνα με πλήθος αναλύσεων, αναμένεται να προκαλέσει μεγάλες γεωγραφικές ανακατατάξεις στην ελκυστικότητα των προορισμών. Η νότια Μεσογειακή ζώνη θα χάσει αρκετούς τουρίστες λόγω αύξησης της θερμοκρασίας και επιμήκυνσης της θερμής και ξηρής περιόδου. Παράλληλα, οι βελτιωμένες κλιματικές συνθήκες στον Βορρά (Βαλκανικές χώρες και βορειότερα) ευνοούν ήδη την ανάπτυξη θερέτρων γκολφ και παραθεριστικής κατοικίας. Ας μη ξεχνάμε ότι η κλιματική μεταβολή συνεπάγεται επίσης μείωση των υδατικών πόρων και ισχυρό ανταγωνισμό μεταξύ υδροβόρων δραστηριοτήτων όπως είναι τα ‘σύνθετα’, τα γήπεδα γκολφ και η γεωργία.
Τα ‘τρία γουρουνάκια’ λένε στο τέταρτο, λοιπόν, ότι σε χαλεπούς καιρούς και στη συγκεκριμένη συγκυρία δεν είναι οικονομικά ορθολογικό να επιταχυνθεί, διευκολυνθεί και επιδοτηθεί η εφαρμογή του ‘Ισπανικού’ μοντέλου γιατί η οικονομική του απόδοση και οι κοινωνικο-οικονομικές και περιβαλλοντικές του επιπτώσεις είναι αρνητικές και οι μελλοντικές προβλέψεις είναι δυσοίωνες. Δύσκολα θα πουληθούν οι 700.000 νέες παραθεριστικές κατοικίες και δυσκολότερα θα αποδώσουν τα 25 τουλάχιστον γήπεδα γκολφ που προτείνονται και μάλιστα σε ξηροθερμικές περιοχές της χώρας.
Η τουριστική ανάπτυξη που θα ωφελήσει το τέταρτο ‘γουρουνάκι’ απαιτεί ένα μοντέλο στον αντίποδα του ‘Ισπανικού’ και υπό δύο απαράβατες προϋποθέσεις. Πρώτα, ότι θα ενταχθεί σε αναπτυξιακό και χωροταξικό σχεδιασμό που προωθεί παραγωγικές καινοτομικές δραστηριότητες, λειτουργικά συνδεδεμένες με καταναλωτικές όπως ο τουρισμός, και ελέγχει την άναρχη δόμηση. Δεύτερον, ότι θα αποκατασταθεί το λαβωμένο φυσικό, πολιτιστικό, οικιστικό και τουριστικό κεφάλαιο για να αξιοποιηθεί κατόπιν τοπικά και συμμετοχικά, με μέτρο και σε κλίμακα. Επιτυχημένα παραδείγματα υπάρχουν και στη χώρα και σε γειτονικές χώρες. Μόνο ένα αυθεντικό, επομένως ανταγωνιστικό, τουριστικό, και όχι μόνο, προϊόν, που αποδεδειγμένα έχει διαρκή και μεγάλη ζήτηση και αποδίδει τοπικά οφέλη μπορεί να βοηθήσει στην έξοδο από την κρίση. Ποιος θα προωθήσει, άραγε, το μοντέλο που θα το προσφέρει;